Η διεύρυνση της φορολογικής βάσης που επιτεύχθηκε κατά τον τελευταίο χρόνο μέσω του σημαντικού περιορισμού της φοροδιαφυγής είναι ιστορικά πρωτοφανής. Αποτελεί ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα όπου η πολιτική βούληση παντρεύεται αρμονικά με την τεχνολογία και με τη συμβολή της ΑΑΔΕ παράγεται ένα εξαιρετικό οικονομικό και κοινωνικά δίκαιο αποτέλεσμα.

Το καλό νέο είναι ότι φαίνεται να υπάρχει περιθώριο για περαιτέρω αύξηση των φορολογικών εσόδων μέσα στο 2025 – πλέον των εσόδων που προκύπτουν από την ανάπτυξη της οικονομίας. Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή εκτιμά ότι μειώνοντας το κενό ΦΠΑ στον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 7% (από 13,7% με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του 2022), και χωρίς την επίδραση του πληθωρισμού, μπορούν να προκύψουν επιπλέον έσοδα μόνο από ΦΠΑ της τάξεως του 1 έως 1,5 δισ. ευρώ.

Επομένως, είναι άμεση και επιτακτική η ανάγκη να τεθεί σε προτεραιότητα η ελάφρυνση των βαρών στη μισθωτή εργασία. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΟΟΣΑ για το 2023, η λεγόμενη φορο-ασφαλιστική σφήνα (labour tax wedge) στη μισθωτή εργασία, παρ’ όλο που μειώθηκε αισθητά από το 2020, αντιστοιχεί στο 37,1% των συνολικών ακαθάριστων απολαβών, έναντι 25,7% του μέσου όρου στον ΟΟΣΑ. Ταυτόχρονα οι οριακοί συντελεστές φορολογίας των φυσικών προσώπων έχουν απότομη κλιμάκωση.

Υπάρχουν δύο στρεβλώσεις. Η αύξηση του συντελεστή από το 9% στο 22% για εισοδήματα πάνω από τις 10.000 ευρώ δημιουργεί κίνητρα απόκρυψης και άτυπης απασχόλησης. Ενώ o ανώτατος συντελεστής, 44%, εφαρμόζεται για εισοδήματα πάνω από 40.000 ευρώ, επίπεδο σχετικά χαμηλό σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Οι υψηλοί οριακοί συντελεστές (φόρων και εισφορών) επιβαρύνουν δυσανάλογα, ξεκινώντας από τα χαμηλά μεσαία εισοδήματα και δημιουργούν αντικίνητρα για μισθωτή εργασία, ενώ συνεπάγονται και υψηλό κόστος για τις επιχειρήσεις οι οποίες θα ήθελαν να προσελκύσουν εργαζομένους υψηλών δεξιοτήτων που λείπουν από την ελληνική αγορά εργασίας.
Είναι πλέον επιβεβλημένη και ώριμη η ανάγκη για μείωση άμεσων φόρων και ασφαλιστικών εισφορών που θα ευνοήσουν την παραγωγική διαδικασία σε δυναμικούς και εξωστρεφείς τομείς της οικονομίας και όχι των έμμεσων φόρων που ευνοούν την
κατανάλωση. Χρειάζεται ακόμα προσπάθεια για να γίνουμε οικονομία υψηλής προστιθέμενης αξίας με κύριο προσανατολισμό τις εξαγωγές και τις επενδύσεις.

Παράλληλα με τη μείωση των άμεσων φόρων, απαιτείται και η απλοποίηση της κλίμακας της φορολογίας εισοδήματος. Ταυτόχρονα, χαμηλότερες εισφορές των εργαζομένων και χαμηλότεροι φορολογικοί συντελεστές, κυρίως για τα μεσαία εισοδήματα, θα αυξήσουν το διαθέσιμο εισόδημα της μεσαίας τάξης και θα εμπεδώσουν την πεποίθηση ότι τα δημοσιονομικά περιθώρια χρησιμοποιούνται με αναπτυξιακό όραμα και κοινωνικά δίκαιο τρόπο.

Ο Γιάννης Τσουκαλάς είναι επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή και καθηγητής Οικονομικών στο Adam Smith Business School στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης

Premium έκδοση ΤΑ ΝΕΑ

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts