Ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα της ελληνικής οικονομίας αποτελεί τόσο η άνοδος των μισθών όσο και η αύξηση της παραγωγικότητας. Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν ότι τα δύο παραπάνω έρχονται σε σύγκρουση, ιδίως όταν προκύπτουν πολύ μεγάλες αυξήσεις μισθών. Είναι όμως έτσι τα πράγματα ή υπάρχει μεγάλο περιθώριο βελτίωση και των δύο για την Ελλάδα; Πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα  αναδεικνύει σημαντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις στην ικανότητά τους να καινοτομούν και να αναπτύσσονται. Το κοινό σημείο όλων των αναλύσεων για την ελληνική οικονομία αποτελεί η διαπίστωση για το χαμηλό επίπεδο του μεγέθους της παραγωγικότητας, παρά τον μεγάλο αριθμό των μεταρρυθμίσεων που πραγματοποιήθηκαν την τελευταία πενταετία. Παρά τη μικρή αύξηση της παραγωγικότητας εργασίας στην Ελλάδα, το χάσμα με την Ευρωζώνη παραμένει σημαντικό, όπως προκύπτει και από την Ετήσια Έκθεση του Εθνικού Συμβουλίου Παραγωγικότητας της Ελλάδας για το 2024.

Τι συμβαίνει με την παραγωγικότητα

Ο πρόεδρος του ΣΕΒ Σπύρος Θεοδωρόπουλος,  επισήμανε, μιλώντας σε εκδήλωση του ΕΑΣΕ (Εταιρεία Ανώτατων Στελεχών Επιχειρήσεων) την αναγκαιότητα να μετασχηματίσουμε το παραγωγικό μας μοντέλο ώστε να παράγουμε διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα, αναφέροντας ως έναν από τους 2 ελέφαντες στο δωμάτιο της ελληνικής οικονομίας την παραγωγικότητα. Ανέφερε επίσης ότι πρέπει να δοθεί έμφαση στο στοίχημα της αύξησης των μισθών, διότι «η οικονομία αφορά και τους καταναλωτές και την κοινωνία».

Ο πρόεδρος του ΣΕΒ Σπύρος Θεοδωρόπουλος

Τον περασμένο Δεκέμβριο είχε μιλήσει και στο OT FORUM , σημειώνοντας τη χαμηλή παραγωγικότητα της Ελλάδας. «Μέσα στους δείκτες που βελτιώνονται δεν είναι η παραγωγικότητα» είχε επισημάνει τότε ο κ. Θεοδωρόπουλος, συμπληρώνοντας πως «Η σκληρή αλήθεια ότι τα εισοδήματα βελτιώνονται σε συνδυασμό με την παραγωγικότητα, αλλιώς θα καταστούμε μη παραγωγικοί».Στην Ελλάδα, ανέφερε, «έχουμε 38 ευρώ ανά ώρα εργασίας παραγόμενο προϊόν, ενώ στη Γερμανία είναι στα 75 ευρώ και στη Δανία 141 ευρώ». Γι’ αυτό «δεν είναι εύκολο να αυξηθούν οι μισθοί. Εκτός αν καταστούμε μη ανταγωνιστικοί».

Την ίδια ώρα, η παραγωγικότητα παραμένει χαμηλά. Επί της ουσίας, η παραγωγικότητα παραμένει χαμηλή παρά την πρόοδο, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση ΟΟΣΑ. Η αύξησή της και η αύξηση της απασχόλησης εξαρτώνται από την ενίσχυση των επενδύσεων και την απόκτηση δεξιοτήτων από τους εργαζομένους. Οι πολύ μικρές επιχειρήσεις απασχολούν το 47% των εργαζομένων και οι χαμηλές επενδύσεις τους, καθώς και οι περιορισμένες διοικητικές τους ικανότητες, καθυστερούν την αύξηση της παραγωγικότητας. Σε αυτό φαίνεται να συμφωνεί και ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας, ο οποίος μίλησε στην προαναφερθείσα εκδήλωση της ΕΑΣΕ.  «Η μέση παραγωγικότητα στη χώρα δεν έχει αυξηθεί» ήταν η αποστροφή του για να προσθέσει με νόημα ότι «το ένα επίπεδο που πρέπει να δούμε στην Ελλάδα είναι η ποιότητα επενδύσεων και το άλλο η ευκολία του να μπορείς να εργάζεσαι.»

Τι θα συμβεί με τους μισθούς

Συνεπώς τι θα πρέπει να γίνει με τους μισθούς πέραν της παραγωγικότητας; Όπως είπε ο κ. Θεοδωρόπουλος «Χρειάζονται συλλογικές συμβάσεις εργασίας». Παράλληλα, στοχεύοντας προς την κυβέρνηση και τον υπουργό Επικρατείας έκανε λόγο και για το ότι η Ελλάδα δεν έχει υπογράψει το Άρθρο 6 του Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας, το οποίο προβλέπει τη διαιτησία, αναφέροντας ενδεικτικά και δηκτικά πως «μαζί με την Ελλάδα, δεν το έχουν υπογράψει χώρες όπως η Ουγκάντα και άλλες αντίστοιχες». Αποτέλεσμα του παραπάνω, όπως ο ίδιος εξήγησε είναι το να υπάρχουν μονομερείς προσφυγές, συμπληρώνοντας ότι οι δύο πλευρές (εργοδότες και εργαζόμενοι) εισέρχονται στη διαπραγμάτευση με ακραίες θέση, με σκοπό να ην τα βρουν. «Εμμένουμε σε αυτήν την παγιωμένη άρνηση των εργαζομένων, η οποία λειτουργεί εις βάρος τους», ενώ ζήτησε κάποια από τα αναπτυξιακά προγράμματα του μέλλοντος να συνδέονται με την άνοδο της παραγωγικότητας.

Ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας

Στο θέμα αναφέρθηκε και ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας, σημειώνοντας: «ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα δεν είναι χαμηλός» για να συμπληρώσει με νόημα ότι το πρόβλημα είναι πως «είναι μεγάλο το μερίδιο των εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό». Και μάλιστα για πολλά χρόνια. Ως εκ τούτου, δε μπορεί να γίνει αποταμίευση, όπως εξήγησε, ενώ δημιουργείται πρόβλημα και στην κατανάλωση. Παράλληλα, ο ίδιος επισήμανε πως «είναι χαμηλός ο μέσος μισθός αλλά και λίγοι όσα λαμβάνουν καλούς μισθούς», για να προσθέσεις πως οι καλοί μισθοί για περισσότερους συνδέονται με την μακροπρόθεσμη ανάπτυξη, η οποία θα πρέπει να αποτελεί ζητούμενο για μια οικονομία, όπως η ελληνική. Όπως εξήγησε «μεγάλο κομμάτι ανθρώπων στην Ελλάδα έχουν εγκλωβιστεί σε μια παρωχημένη εκπαίδευση« και απλώς λαμβάνουν μισθούς 900 ευρώ», τονίζοντας την ανάγκη να αλλάξει αυτό. Από την πλευρά του, ο πρόεδρος ΔΣ ΕΑΣΕ Γιάννης Παπαχρήστου Παπαχρήστου τόνισε την ανάγκη «Να δημιουργήσουμε καλύτερο εργασιακό πολιτισμό. Ένας που περνάει καλά θα είναι σίγουρα πιο παραγωγικός», προσθέτοντας ότι πρέπει να υπάρξει «Αξιοκρατία, διαφάνεια και να επενδύουμε στην εκπαίδευση», κάτι που θα «αυξήσει και τη μετοχή του εργαζομένου και ο ίδιος θα το αισθάνεται».

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία