Το «μαστίγωμα» της Ευρώπης από τον αντιπρόεδρο του J D Vance και το παράλληλο «χάιδεμα αυτιών» του Πούτιν και της Ρωσίας από τον ίδιο, τον πρόεδρο των ΗΠΑ, τον Ουκρανό πρόεδρο Β.Ζελένσκι θα έπρεπε να τον είχαν προβληματίσει.

Κατά συνέπεια θα χρειαζόταν να προετοιμαστεί καλύτερα πηγαίνοντας στο Λευκό Οίκο για να συναντήσει τον Αμερικάνο πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Παράλληλα όμως, από καιρό τώρα, καλό θα ήταν να είχε μελετήσει λίγο και την προσωπικότητά του συνομιλητή του.

Είναι πλέον κατάδηλο ότι πολλά γεγονότα, τον τελευταίο καιρό, έχουν προκαλέσει αμφιβολίες για τη δέσμευση της Αμερικής να υπερασπιστεί το ΝΑΤΟ, τη Δύση και την Ευρώπη, ανεξαρτήτως συνθηκών. Ένας φόβος είναι ότι οι αμερικανικές δυνάμεις μπορεί να μειωθούν ή να αποσυρθούν, αφήνοντας, για παράδειγμα την Ανατολική Ευρώπη εκτεθειμένη. Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι προτεραιότητες των ΗΠΑ βρίσκονται στην Ασία. Το πρόβλημα είναι ότι αν η Ευρώπη δεχθεί επίθεση από τη Ρωσία και ζητήσει την αμερικανική βοήθεια, το πρώτο και βαθύτερο μέλημα του κ. Τραμπ θα είναι να ρωτήσει τι θα κερδίσει ο ίδιος από αυτό.

Και βέβαια, αυτό που θα κερδίσει, θα πρέπει να «πουληθεί» καταλλήλως και σε κάποια εκατομμύρια Αμερικανούς, που ψήφισαν τον σημερινό πρόεδρο. Συνεπώς, για έναν γκουρού των deals, η ετοιμότητα του για παραχωρήσεις, είναι ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα της Ευρώπης σήμερα. Ας μην ξεχνάμε ότι η αποτελεσματικότητα του ΝΑΤΟ, εξαρτάται από την ικανότητα  του στην αποτροπή κινδύνων και στη βεβαιότητα, ότι αν ένα μέλος του δεχτεί επίθεση, τα υπόλοιπα θα σπεύσουν σε βοήθεια. Η όποια αμφιβολία στο θέμα αυτό, είναι διαβρωτική της συμμαχίας και αφήνει την Ευρώπη επικίνδυνα εκτεθειμένη.

Στο επίπεδο αυτό έτσι, η όλη κατάσταση προσλαμβάνει νέα γεωπολιτικά χαρακτηριστικά, τα οποία για τον Ντόναλντ Τραμπ έχουν  συγκεκριμένα πλεονεκτήματα.

Στις δύο δεκαετίες που ακολούθησαν το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η παγκοσμιοποίηση κέρδισε έδαφος έναντι του εθνικισμού. Ταυτόχρονα, η άνοδος ολοένα και πιο περίπλοκων συστημάτων και δικτύων – θεσμικών, οικονομικών και τεχνολογικών – επισκίασε τον ρόλο του ατόμου στην πολιτική. Αλλά στις αρχές της δεκαετίας του 2010, άρχισε μια βαθιά αλλαγή.

Μαθαίνοντας να αξιοποιεί τα εργαλεία αυτού του αιώνα, μια ομάδα χαρισματικών ηγετικών  μορφών αναβίωσε τα αρχέτυπα του προηγούμενου αιώνα: τον ισχυρό ηγέτη, το μεγάλο έθνος, τον «περήφανο πολιτισμό».

Η αλλαγή ξεκίνησε αναμφισβήτητα στη Ρωσία. Το 2012, ο Βλαντιμίρ Πούτιν τελείωσε ένα σύντομο πείραμα κατά το  οποίο εγκατέλειψε την προεδρία και πέρασε τέσσερα χρόνια ως πρωθυπουργός ενώ ένας συμμορφούμενος σύμμαχος του υπηρέτησε ως πρόεδρος. Ο Πούτιν επέστρεψε στην κορυφαία θέση και εδραίωσε την εξουσία του, συντρίβοντας κάθε αντιπολίτευση και αφιερώνοντας τον εαυτό του στην ανοικοδόμηση «του ρωσικού κόσμου», αποκαθιστώντας το καθεστώς της μεγάλης δύναμης που είχε εξατμιστεί με την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Δύο χρόνια αργότερα, ο Xi Jingping έφτασε στην κορυφή στην Κίνα. Οι στόχοι του ήταν  ίδιοι με αυτούς του Πούτιν,  αλλά πολύ μεγαλύτεροι σε κλίμακα. Η Κίνα ως γνωστόν έχει μεγάλες φιλοδοξίες και περισσότερες δυνατότητες από τη Ρωσία. Το 2014, ο Ναρέντρα Μόντι, ένας άνθρωπος με τεράστιες φιλοδοξίες για την Ινδία, ολοκλήρωσε τη μακρά πολιτική του άνοδο στο γραφείο του πρωθυπουργού και καθιέρωσε τον ινδουιστικό εθνικισμό ως την κυρίαρχη ιδεολογία της χώρας του. Την ίδια χρονιά, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος είχε περάσει λίγο περισσότερο από μια δεκαετία ως σκληροτράχηλος πρωθυπουργός της Τουρκίας, έγινε πρόεδρός της. «Εν συντομία, ο Ερντογάν μετέτρεψε το φατριακό δημοκρατικό σύνολο  της χώρας του σε ένα αυταρχικό μονοπρόσωπο σόου», αναφέρει η επιθεώρηση «Φόρεϊν Αφαίρς».

«Ίσως η πιο σημαντική στιγμή σε αυτή την εξέλιξη συνέβη το 2016, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών. Υποσχέθηκε να “κάνει την Αμερική μεγάλη ξανά” και να βάλει “την Αμερική πρώτα” – συνθήματα που αιχμαλώτιζαν ένα λαϊκίστικο, εθνικιστικό,  πνεύμα που διαπερνούσε μέσα και έξω από τη Δύση, ακόμη και όταν η φιλελεύθερη διεθνής τάξη υπό τις ΗΠΑ επικρατούσε  και μεγάλωνε. Ο Τραμπ δεν ακολουθούσε αυτό το τότε παγκόσμιο κύμα. Το  όραμά του για τον ρόλο των ΗΠΑ στον κόσμο αντλήθηκε από ειδικές αμερικανικές πηγές και λιγότερο από το αρχικό κίνημα America First που κορυφώθηκε τη δεκαετία του 1930, με αφορμή την κρίση της εποχής, Επίσης, οι θέσεις του δεν υπαγορεύονταν από τον δεξιό αντικομουνισμό της δεκαετίας του 1950», γράφει ο ιστορικός Michael Kinmage, πρώην ανώτατο στέλεχος του State Department.

Μέσα σε αυτό το νέο γεωπολιτικό περιβάλλον, ένα θέμα που έρχεται ορμητικά στο προσκήνιο, είναι αυτό της γεωπολιτικής ισχύος, όχι όμως όπως αυτή ήταν αντιληπτή στο πρόσφατο παρελθόν. Οι Πούτιν, Τραμπ, Μόντι, και Χι Ζιπίνγκ, δεν ενδιαφέρονται για την παγκοσμιοποίηση του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας. Όπως όλοι βλέπουμε και βιώνουμε, η Ορθόδοξη Ρωσία βρίσκεται σε πόλεμο με την Ορθόδοξη Ουκρανία, όχι με τη μουσουλμανική Τουρκία. Ο Τραμπ παρουσιάστηκε στη συνέλευση του GOP του 2020 ως «ο σωματοφύλακας του δυτικού κόσμου». Η ηγεσία του Κρεμλίνου έχει αναπτύξει την έννοια της Ρωσίας ως «κράτος-πολιτισμού», χρησιμοποιώντας τον όρο για να δικαιολογήσει τις προσπάθειές της να κυριαρχήσει στη Λευκορωσία και να υποτάξει την Ουκρανία. Στη Σύνοδο Κορυφής για τη Δημοκρατία του 2024, ο Ινδός Μόντι χαρακτήρισε τη δημοκρατία ως «τον ζωτικό παράγοντα του ινδικού πολιτισμού». Σε μια ομιλία του το 2020, ο Ερντογάν δήλωσε ότι «ο πολιτισμός μας είναι πολιτισμός κατάκτησης». Σε μια ομιλία του 2023 στην Κεντρική Επιτροπή του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ο Κινέζος ηγέτης Χι Ζινπινγκ εξήρε τις αρετές ενός εθνικού ερευνητικού προγράμματος για την προέλευση του κινεζικού πολιτισμού, τον οποίο ονόμασε «τον μόνο μεγάλο, αδιάκοπο πολιτισμό που συνεχίζεται μέχρι σήμερα σε κρατική μορφή».

Στα επόμενα χρόνια το είδος της τάξης που θα ακολουθήσουν αυτοί οι ηγέτες θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη δεύτερη θητεία του Τραμπ.

Με τον σημερινό Αμερικανό πρόεδρο στην εξουσία, ο κόσμος οδεύει προς νέο διεθνές σύστημα, χωρίς συμφωνημένο σύνολο κανόνων. Στο πλαίσιο αυτό, ο Τραμπ δεν ενδιαφέρεται για την ενδυνάμωση της Δύσης, η οποία έχει ήδη υποχωρήσει, αλλά για την ισχύ της Αμερικής. Η Ευρώπη περισσότερο ενοχλεί τα σχέδιά του, παρά τα στηρίζει.

Αν κρίνουμε από τη συμπεριφορά του απέναντι στον Ζελένσκι, η περίπτωση της Ουκρανίας θα παίξει κορυφαίο ρόλο στις περί εξωτερικής πολιτικής αποφάσεις της διοίκησης Τραμπ. Μέσω της διαπραγμάτευσης για μια μη βιαστική ειρήνη και για ανταλλάγματα, η Ουάσιγκτον θα   βοηθούσε την Ουκρανία να καθορίσει τους κανόνες εμπλοκής με τη Ρωσία και μέσω αυτών των κανόνων, ο  πόλεμος θα μπορούσε σταδιακά να ελαχιστοποιηθεί. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν τότε να διαχωρίσουν τις σχέσεις τους με τη Ρωσία, όπως έγινε με τη Σοβιετική Ένωση καθ’ όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, συμφωνώντας να διαφωνήσουν για την Ουκρανία, αναζητώντας όμως πιθανά σημεία συμφωνίας για τη μη διάδοση των πυρηνικών όπλων, τον έλεγχο των εξοπλισμών, την κλιματική αλλαγή, τις πανδημίες, την αντιτρομοκρατία, την Αρκτική και την εξερεύνηση του διαστήματος. Ο διαχωρισμός της σύγκρουσης με τη Ρωσία θα εξυπηρετούσε ένα βασικό συμφέρον των ΗΠΑ, που είναι αγαπητό στον Τραμπ: την αποτροπή μιας πυρηνικής σύγκρουσης μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας.

Το μεγάλο στοίχημα για τον Τραμπ, είναι να προσφέρει ενδείξεις ότι «διαλύει” την Ατλαντική Συμμαχία, ώστε να γίνει περιττή η συνεργασία των χωρών BRICS και να χωρίσουν τα τσανάκια τους Κίνα και Ρωσία. Το κατά πόσο όμως αυτό είναι εφικτό, αποτελεί άλλη ιστορία, στην οποίαν και θα επανέλθουμε.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion
Ο φαύλος κύκλος των μισθών
Opinion |

Ο φαύλος κύκλος των μισθών

Τα πρώτα χρόνια μετά την περίοδο των μνημονίων, βασικό ζητούμενο στην ασκούμενη οικονομική πολιτική της χώρας ήταν η ενίσχυση των κατώτερων εισοδημάτων. Να βρουν δουλειά οι χτυπημένοι από την κρίση, αλλά και να βελτιωθούν οι αποδοχές των νεοεισερχομένων στην αγορά εργασίας αλλά και των εγκλωβισμένων στον βασικό μισθό με προσόντα και χρόνια προϋπηρεσίας, που είχαν […]