Το Διοικητικό Πρωτοδικείο Καβάλας (ΜΔΠρΚαβ 6/2025) έκανε δεκτή την ανακοπή εταιρείας υπό εκκαθάριση, ακυρώνοντας σειρά πράξεων ταμειακής βεβαίωσης που είχαν εκδοθεί από δήμο της περιοχής για τέλη παρεπιδημούντων και πρόστιμα που αφορούσαν τα έτη 2003 έως 2005. Το συνολικό ποσό των οφειλών, μαζί με τις προσαυξήσεις, ανερχόταν σε περίπου 13.000 ευρώ. Η υπόθεση εκδικάστηκε από το Μονομελές Τμήμα του Δικαστηρίου, το οποίο έκρινε ότι οι βεβαιώσεις αυτές ήταν μη νόμιμες λόγω έλλειψης ορθής και έγκαιρης κοινοποίησης των σχετικών εγγράφων στην εταιρεία.

Η ανακόπτουσα εταιρεία υποστήριξε ότι ουδέποτε της κοινοποιήθηκαν τα αποσπάσματα των βεβαιωτικών καταλόγων που αποτέλεσαν τη βάση για την έκδοση των πράξεων ταμειακής βεβαίωσης. Αυτό, όπως ισχυρίστηκε, είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορεί να ασκήσει έγκαιρα τα νόμιμα ένδικα μέσα για να αμφισβητήσει τις οφειλές. Επιπλέον, προέβαλε ότι οι απαιτήσεις του δήμου είχαν υποπέσει σε παραγραφή, καθώς είχε παρέλθει το προβλεπόμενο από τον νόμο χρονικό διάστημα χωρίς να ληφθούν νόμιμα μέτρα είσπραξης. Τέλος, ανέφερε ότι οι ατομικές ειδοποιήσεις που της κοινοποιήθηκαν δεν περιείχαν επαρκείς πληροφορίες για τις επί μέρους οφειλές, γεγονός που καθιστούσε αδύνατο τον έλεγχο της νομιμότητας των ποσών.

Από την πλευρά του, ο δήμος υποστήριξε ότι η εταιρεία είχε γνώση των οφειλών της, καθώς στο παρελθόν είχε υποβάλει αίτηση για ρύθμιση αυτών των χρεών. Η αίτηση αυτή, που κατατέθηκε το 2005, αφορούσε τέλη παρεπιδημούντων για τα έτη 2003 και 2004 και οδήγησε σε ρύθμιση του χρέους σε δόσεις. Ωστόσο, η εταιρεία ήταν ασυνεπής στην καταβολή των δόσεων, πληρώνοντας μόνο τις πρώτες έξι από τις είκοσι συνολικά, με αποτέλεσμα να ακυρωθεί η ρύθμιση και να επιβληθούν πρόστιμα. Ο δήμος ισχυρίστηκε ότι τα αποσπάσματα των βεβαιωτικών καταλόγων κοινοποιήθηκαν νομότυπα στην εταιρεία και προσκόμισε αποδεικτικά έγγραφα για την επίδοση αυτών.

Το δικαστήριο, εξετάζοντας τα στοιχεία της υπόθεσης, έκρινε ότι δεν αποδεικνύεται η νόμιμη και έγκαιρη κοινοποίηση των βεβαιωτικών καταλόγων πριν από την έκδοση των πράξεων ταμειακής βεβαίωσης. Συγκεκριμένα, το αποδεικτικό επίδοσης που προσκόμισε ο δήμος για τις οφειλές των ετών 2003 και 2004 κρίθηκε ανεπαρκές, καθώς δεν ανέφερε σαφή στοιχεία για το πρόσωπο που παρέλαβε το έγγραφο ούτε την ιδιότητά του σε σχέση με την εταιρεία. Αναφερόταν μόνο ότι το έγγραφο παραλήφθηκε από «τη σύζυγο», χωρίς να προσδιορίζεται ποιανού συζύγου, και χωρίς να επιβεβαιώνεται αν αυτή είχε εξουσιοδότηση να παραλάβει τέτοιου είδους έγγραφα. Επιπλέον, το αποδεικτικό επίδοσης ανέφερε ως τόπο επίδοσης διαφορετική τοποθεσία από την καταχωρημένη έδρα της εταιρείας, γεγονός που υπονομεύει τη νομιμότητα της διαδικασίας. Όσον αφορά τις οφειλές του 2005, ο δήμος δεν προσκόμισε καν αποδεικτικά κοινοποίησης, περιοριζόμενος σε γενικούς ισχυρισμούς ότι η εταιρεία είχε ενημερωθεί.

Το δικαστήριο έκρινε ότι η απλή γνώση της ύπαρξης οφειλών από την πλευρά της εταιρείας, μέσω της προηγούμενης ρύθμισης, δεν αρκεί για να θεμελιώσει τη νομιμότητα των πράξεων ταμειακής βεβαίωσης. Σύμφωνα με τη νομολογία και τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, για να είναι εκτελεστές οι πράξεις αυτές, απαιτείται η προηγούμενη οριστικοποίηση των οφειλών μέσω της νόμιμης κοινοποίησης των σχετικών βεβαιωτικών καταλόγων στον οφειλέτη. Ελλείψει τέτοιας κοινοποίησης, οι πράξεις ταμειακής βεβαίωσης κρίνονται πρόωρες και μη νόμιμες.

Κατά συνέπεια, το δικαστήριο ακύρωσε τις πράξεις ταμειακής βεβαίωσης του δήμου, αποδεχόμενο τον βασικό ισχυρισμό της εταιρείας περί μη νόμιμης κοινοποίησης.

Η Σουζάνα Κλημεντίδη είναι δικηγόρος

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts