Ενα από τα πιο μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα οργάνωσης της οικονομίας μας είναι διαχρονικά η αποστροφή της εξαρτημένης μισθωτής εργασίας. Για διάφορους λόγους το φορολογικό μας σύστημα ήταν έτσι στημένο ώστε να κινητροδοτεί για πολλά επαγγέλματα αντί της μισθωτής απασχόλησης τη «μαύρη» εργασία, τα μπλοκάκια και τελευταία τη δημιουργία εταιρειών. Η «μαύρη» εργασία σε μεγάλο βαθμό περιορίστηκε με τη χρήση της κάρτας εργασίας, αλλά και εξαιτίας της αυξημένης ζήτησης εργαζομένων στην περίοδο που διαδέχτηκε τα μνημόνια. Ηταν η εποχή που κρατά μέχρι σήμερα που ο εργαζόμενος έχει πάρει το πάνω χέρι στις διαπραγματεύσεις.

Τα στοιχεία της αγοράς εργασίας για το 2024 έδειξαν σημαντική μείωση όμως και της αυτοαπασχόλησης, με μετατόπιση προς τη μισθωτή αλλά και προς την ίδρυση εταιρειών. Συνολικά τα μπλοκάκια μειώθηκαν κατά 12.600 άτομα, στο 19,8% του συνόλου, προσεγγίζοντας τα ευρωπαϊκά επίπεδα. Παράλληλα τα στοιχεία έδειξαν στροφή προς την πλήρη μισθωτή απασχόληση κατά 77,8 χιλιάδες νέες θέσεις εξαρτημένης εργασίας. Ετσι ο αριθμός των μισθωτών ξεπέρασε τα 3 εκατ. άτομα, που αποτελεί το υψηλότερο επίπεδο από το 2008, και αυτό είναι σημάδι υγείας παρά το υψηλό μη μισθολογικό κόστος. Η εξέλιξη αποδίδεται στην αύξηση του κατώτατου μισθού, στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, αλλά κυρίως στο πλεονέκτημα που έχουν πλέον εδώ και χρόνια οι εργαζόμενοι ώστε να επιλέγουν πέραν του εργοδότη τους και τις συνθήκες απασχόλησής τους. Επίσης αποδίδεται στον τεκμαρτό τρόπο φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών, πολλοί από τους οποίους επέλεξαν τη λύση της δημιουργίας εταιρείας, καθώς η μισθωτή εργασία παραμένει για αυτούς ασύμφορη. Είναι χαρακτηριστικό ότι για μεικτό εισόδημα 13.000 ευρώ μια εταιρεία επιβαρύνεται με 3.500 ευρώ τον χρόνο, όταν ο αντίστοιχος μισθωτός στοιχίζει μαζί με τις εργοδοτικές εισφορές 5.087 ευρώ τον χρόνο.

Το τρίτο συνδεόμενο με το δεύτερο, προβληματικό χαρακτηριστικό της ελληνικής αγοράς εργασίας είναι η πληρωμή της μισθοδοσίας πολλών υψηλόβαθμων εργαζομένων τα τελευταία χρόνια μέσω της δημιουργίας εταιρειών. Χαρακτηριστικό που δύσκολα θα αλλάξει αν πρώτα δεν τεθεί σε εφαρμογή η μεταρρύθμιση της κλίμακας φορολογίας εισοδήματος. Η λύση της εταιρείας εξαντλεί τη φορολογική υποχρέωση μετά την αφαίρεση των δαπανών, στο 22% συν 5% η φορολόγηση των μερισμάτων, ανεξαρτήτως ποσών. Αντίθετα, αν επέλεγαν οι ίδιοι εργαζόμενοι να φορολογηθούν με την κλίμακα των μισθωτών, τότε θα βρίσκονταν αντιμέτωποι με συντελεστές που ξεκινούν από 9% για τα πρώτα 10.000 ευρώ. Ανεβαίνει στο 22% για τα έσοδα μεταξύ 10.000 και 20.000 ευρώ, στο 28% έως τις 30.000 ευρώ, στο 36% έως 40.000 ευρώ και για το τμήμα του εισοδήματος άνω των 40.000 ευρώ ανεβαίνει ο υπάρχων συντελεστής φορολόγησης στο 44%.

Η κυβέρνηση δείχνει ότι έχει καταλάβει το πρόβλημα, καθώς η δημιουργία εταιρείας συνδέεται συνήθως και με μεγάλο αριθμό αληθινών ή εικονικών δαπανών που μειώνουν το φορολογητέο εισόδημα. Η λύση που εξετάζει να ελαφρυνθούν οι φορολογικοί συντελεστές των μισθωτών στο τμήμα μεταξύ των 20.000 και 50.000 ευρώ θα μειώσει κατά πολύ το κίνητρο της αναζήτησης νόμιμων μορφών φοροαποφυγής, εξορθολογίζοντας ακόμα περισσότερο την ελληνική αγορά εργασίας.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion