Αμέσως μόλις αναλάβει τα ηνία της διακυβέρνησης της Γερμανίας από το Ολαφ Σολτς, ο Φρίντριχ Μερτς θα πρέπει να αρχίσει να υλοποιεί τις δεσμεύσεις του για ενίσχυση των επενδύσεων σε υποδομές και σε εξοπλισμούς. Αυτό, όμως, σημαίνει δαπάνες, πράγμα όχι και τόσο εύκολο για τη χώρα, η οποία τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε διαρκή αγώνα να διασώσει τα οικονομικά της.

Το ζήτημα των χρονικών περιθωρίων είναι καθοριστικό, όπως επισημαίνει το Bloomberg. Η σπουδή του Ντόναλντ Τραμπ να τερματίσει γρήγορα τον πόλεμο στην Ουκρανία και ταυτόχρονα να απεμπλέξει τις ΗΠΑ από την ευρωπαϊκή άμυνα σημαίνει ότι το βάρος της ασφάλειας πέφτει στη Γερμανία και στην Ευρώπη. Ο Μερτς το έχει ήδη αναγνωρίσει αυτό ως κρίσιμης σημασίας. Γνωρίζει, όμως, επίσης, ότι η μεγαλύτερη οικονομία της ΕΕ, που καλείται να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις από τους δασμούς Τραμπ, δεν έχει μεγάλα περιθώρια για δαπάνες.

Εάν ο Μερτς αποτύχει να υλοποιήσει τις εξαγγελίες του, η Γερμανία θα μείνει με μια ανεπαρκή στρατιωτική άμυνα απέναντι στη Ρωσίας, αντιμετωπίζοντας ακόμη μεγαλύτερη οικονομική δυσφορία, ακόμη και να κάνει πιθο δύσκολη την απομόνωση του ακροδεξιού AfD.

Θα πάρει χρόνο

«Αυτό θα πάρει χρόνο», είπε ο Βέρνερ Γκάτσερ, πρώην υφυπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, νυν πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου των γερμανικών σιδηροδρόμων και μέλος μιας ομάδας που υποστηρίζει μέτρα για τον εξορθολογισμό της κυβέρνησης. «Τα χρήματα είναι διαθέσιμα τώρα. Το επόμενο βήμα πρέπει να είναι η μεταρρύθμιση του ίδιου του κράτους», τόνισε, μιλώντας στι Bloomberg.

Τα αποθέματα της Γερμανίας αποτιμώνται συνήθως σε 1 τρισεκατομμύριο ευρώ. Σε αυτό περιλαμβάνεται ένα ειδικό ταμείο 500 δισεκατομμυρίων ευρώ για υποδομές και στη συνέχεια χρήματα για την άμυνα, που δεν περιορίζεται πλέον από το φρένο του χρέους της χώρας μετά τις συνταγματικές αλλαγές που επέφερε ο Μερτς.

Η περίοδος στασιμότητας της οικονομίας καθιστά επιθυμητές τέτοιες επενδύσεις, αλλά οι αμυντικές αδυναμίες της Ευρώπης δημιουργούν ακόμη μεγαλύτερη επιτακτική ανάγκη. Η ανάλυση της ρωσικής απειλής από στρατιωτικούς σχεδιαστές υποδεικνύει την ανάγκη για αξιόπιστο αποτρεπτικό μέσο εντός πέντε έως επτά ετών.

Οι οικονομολόγοι της Deutsche Bank αύξησαν τις προβλέψεις τους για το γερμανικό ΑΕΠ το 2026 στο 1,5% από 1%, φτάνοντας σε ρυθμό 2% το 2027, κατ΄αντιστοιχία προς τις πρόσφατες αναθεωρήσεις της Goldman Sachs και της Commerzbank.

«Μετά από πολλά χρόνια καταστροφής και κατήφειας και σε περιόδους μεγάλης αβεβαιότητας, το δημοσιονομικό πακέτο μπορεί να αλλάξει το παιχνίδι για το κλίμα στην οικονομία», δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος της Barclays, Christian Keller. «Όταν οι εταιρείες και οι επενδυτές βλέπουν ευκαιρίες, συνήθως τις αρπάζουν».

Αλλά τα ίδια τα χρήματα μπορεί να αργήσουν να φτάσουν: το ταμείο υποδομών μπορεί να θεσμοθετηθεί προς το τέλος του έτους και, όπως και άλλες προηγμένες οικονομίες, τα μεγάλα γερμανικά έργα αντιμετωπίζουν καθυστερημένες διαδικασίες προμήθειας, αδειοδότησης και σχεδιασμού που συχνά απαιτούν πολύ περισσότερο χρόνο από αυτήν καθεαυτή την κατασκευή.

Η Deutsche Bank υπολογίζει ότι οι δαπάνες για υποδομές θα ανέλθουν σε 30 δισεκατομμύρια ευρώ το 2026. Στη συνέχεια θα διπλασιαστούν στα 60 δισεκατομμύρια ευρώ το 2027 πριν μειωθούν στα 40 δισεκατομμύρια ευρώ το 2028. Προβλέπει ότι οι αμυντικές δαπάνες θα αυξηθούν από 80 δισεκατομμύρια ευρώ σε 110 δισεκατομμύρια ευρώ το 2026, φτάνοντας τα 150 δισεκατομμύρια ευρώ το 2027.

Αυτές οι εκτιμήσεις συμπίπτουν με το χρονοδιάγραμμα που προέβλεψε ο Tammo Diemer, συνεπικεφαλής της γερμανικής χρηματοοικονομικής υπηρεσίας που διαχειρίζεται το χρέος της χώρας, ο οποίος βλέπει την άντληση κεφαλαίων από τις κεφαλαιαγορές να αυξάνονται «σταδιακά, από χρόνο σε χρόνο».

Αγκυλώσεις

Η Γερμανία μπορεί να κινηθεί γρήγορα όταν είναι απαραίτητο, γράφει το Bloomberg. Χαρακτηριστική είναι η ταχύτατη δημιουργία τερματικών σταθμών LNG σε χρόνο ρεκόρ μετά τηνέναρξη του πολέμου στην Ουκρανία που έθεσε σε κίνδυνο τον ενεργειακό εφοδιασμό.

Ωστόσο, αυτό ήταν ένα ειδικό έργο, που παραδόθηκε υπό πίεση. Η Γερμανία έχει παράδοση σε πολυετούς διάρκειας κατασκευές, όπως το αεροδρόμιο του Βρανδεμβούργου και η ημιτελής ακόμα ανακαίνιση του σιδηροδρομικού σταθμού της Στουτγάρδης.

Οι πρόσφατες δαπάνες υστερούν. Το 2023, το 16% του συνολικού χρηματοδοτικού σχεδίου της χώρας ήτοι 76 δισ. ευρώ παρέμεινε αναξιοποίητο, κυρίως λόγω γραφειοκρατικών εμποδίων, συμφόρησης στην αλυσίδα εφοδιασμού και ελλείψεων προσωπικού.

Οι τομείς στους οποίους επικεντρώνεται ο Μερτς περιλαλβάνουν ιδιαίτερες προκλήσεις. Το κυβερνητικό Ταμείο για το Κλίμα και τον Μετασχηματισμό, γνωστό ως KTF, το οποίο επιδοτεί έργα όπως η φόρτιση ηλεκτρικών οχημάτων, έχει εκταμιεύσει μόνο το 65% κατά μέσο όρο τα τελευταία επτά χρόνια και υποτίθεται ότι έχει λαμβάνειν 100 δισ. ευρώ από το σύνολο των 500 δισ. στα οποία ανέρχονται τα κίνητρα.

Ελλείψεις προσωπικού

Το ταμείο 100 δισεκατομμυρίων ευρώ της Γερμανίας για την άμυνα που δημιουργήθηκε από την απερχόμενη κυβέρνηση Σολτς, είναι ένα άλλο παράδειγμα. Ενώ το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων έχει διατεθεί για αγορές όπλων, μόνο το 25% αυτών έχει εκταμιευθεί στην πραγματικότητα τα τελευταία τρία χρόνια. Ενα πρόβλημα ως προς τις δαπάνες του ταμείου για την άμυνα είναι το  αυστηρό μεταπολεμικό καθεστώς που απαγορεύει στη γερμανική βιομηχανία όπλων να αποθηκεύει όπλα.

Η χαλάρωση τέτοιων περιορισμών μπορεί να τονώσει την παραγωγή, δήλωσε η Μόνικα Σνίτσερ, πρόεδρος του ανεξάρτητου συμβουλίου οικονομικών εμπειρογνωμόνων της χώρας. Εκτιμά επίσης ότι οι βιομηχανίες αμυντικού υλικού, όπως η Rheinmetall, η Hensoldt και η Diehl Defense θα μπορούσαν να αντλήσουν προσωπικό από την αυτοκινητοβιομηχανία.

Οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού είναι ένα ακόμη θέμα που μπορεί να βάλει τροχοπέδη στις δαπάνες για άμυνα και υποδομές.

Το πιο ευέλικτο ωράριο εργασίας και η προτεραιότητα της ψηφιοποίησης στη διοίκηση της δημόσιας υποδομής θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην απομάκρυνση ορισμένων σημείων συμφόρησης, σύμφωνα με τον Stefan Kolev, Διευθυντή του Ludwig Erhard Forum for Economy and Society.

Αναγκαίες μεταρρυθμίσεις

Ο ίδιος και άλλοι οικονομολόγοι, όπως ο Clemens Fuest του ινσιτούτου Ιfo και του Γιοαχίμ Νάγκελ, προέδρου της Bundesbank, προτρέπουν την κυβέρνηση να μην εγκαταλείψει τις φιλικές προς την ανάπτυξη μεταρρυθμίσεις. Ο Νάγκελ, μεταξύ άλλων, υποστηρίζει τη μετανάστευση με γνώμονα την αγορά εργασίας και παροτρύνει τους ηλικιωμένους να εργαστούν.

«Η νέα κυβέρνηση έχει ένα βαρύ φορτίο ευθύνης για να το κάνει σωστά», είπε η Ulrike Malmendier, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, η οποία, όπως και ο Schnitzer, είναι μέλος της επιτροπής οικονομικών εμπειρογνωμόνων. «Πρέπει να ακολουθήσουν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».

Ο εκ των ηγετών των Σοσιαλδημοκρατών Lars Klingbeil και πιθανότερος επόμενος υπουργός Οικονομικών στον πιθανό συνασπισμό με τν Μερτς υποσχέθηκε πρόσφατα ένα «νέο πνεύμα» για να επιταχύνει την επένδυση των 500 δισεκατομμυρίων ευρώ ειδικών κεφαλαίων: «Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι τα χρήματα δεν θα επενδυθούν στη Γερμανία με τη συνήθη ταχύτητα», είπε στο δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο ZDF. «Όλα δεν πρέπει να εγκρίνονται 20 φορές, να σχεδιάζονται 30 φορές, να χρειάζονται πολλά χρόνια…», είπε χαρακτηριστικά.

Ο Μερτς γνωρίζει τι διακυβέτεται. Του είναι ξεκάθαρη η κρισιμότητα των στιγμών που διέρχεται η γερμανική οικονομία, όπως προκύπτει από τα λεγόμενά τουα διακυβεύματα, κυρίως μετά από δημοσκόπηση της Forsa που κυκλοφόρησε την περασμένη εβδομάδα και δείχνει ότι το AfD κέρδισε το 24% των ψήφων. Η επίγνωσή του για τη στιγμή ήταν ξεκάθαρη στην ανακοίνωσή του, με διατυπώσεις που παραπέμπουν στο «ό, τι χρειαστεί» του Μάριο Ντράγκι. Ιδωμεν…

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή