Ο κατώτατος μισθός από 01/04/2025, διαμορφώνεται στο επίπεδο των 880 ευρώ (μεικτά) τον μήνα, αυξημένος κατά 6% από τα 830 ευρώ που ήταν το 2024. Αυτή η αύξηση υπερβαίνει την αύξηση που θα δίνονταν με βάση τον αλγόριθμο αύξησης του κατώτατου μισθού που θα εφαρμοστεί από το 2028. Κι’ αυτό επειδή εάν εφαρμόζονταν ο συγκεκριμένος αλγόριθμος από το 2025, τότε ο κατώτατος μισθός θα αυξάνονταν περίπου στο επίπεδο των 870 ευρώ(μεικτά).

Με την αύξηση αυτή η Ελλάδα είναι στην 11η θέση μεταξύ των 22 χωρών της Ευρώπης που έχουν θεσμοθετημένο κατώτατο μισθό σε ονομαστικές τιμές και στην 13η θέση σε τιμές αγοραστικής δύναμης. Ένα επίπεδο μισθού το οποίο σε σχέση με το 2009 σε ονομαστικές τιμές φαίνεται αρκετά υψηλότερο από τα 701 ευρώ (9.814 ευρώ σε ετήσια βάση), όμως σε πραγματικές τιμές είναι στο ίδιο επίπεδο αφού ο πληθωρισμός μεταξύ 2009 και 2024 αυξήθηκε κατά 24,2% σωρευτικά.

Όμως, το γεγονός αυτό δεν αντικατοπτρίζεται στο γενικό μέσο επίπεδο των μισθών αφού παρόλο που ο μέσος μισθός για το 2024 διαμορφώθηκε στα 1.342 ευρώ (μεικτά), σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗΣ, αυτό το επίπεδο παραμένει σημαντικά χαμηλότερο από τα 1.542 ευρώ(μεικτά) του 2009 καθώς και σε αγοραστική δύναμη όπου υπολείπεται κατά 30%, όπως ακριβώς είχε εκτιμήσει και ο ΟΟΣΑ όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 1.

Επίσης, ένα ακόμα δεδομένο που παρατηρείται από τα στοιχεία της Eurostat είναι το συνεχώς μειούμενο σχετικό επίπεδο του μέσου μισθού της Ελλάδας σε σχέση με το μέσο επίπεδο του μισθού των χωρών της Ευρώπης, όπως παρατηρούμε στο Διάγραμμα 2 αποδεικνύοντας ότι η χώρα μας όχι μόνο δεν συγκλίνει με την Ευρώπη αλλά αντιθέτως αποκλίνει  αναφορικά  με το  βιοτικό επίπεδο από την Ευρώπη.

Πράγματι, όπως αποτυπώνεται  στο Διάγραμμα 2, ο μέσος μισθός στην Ελλάδα το 2006 ήταν στο 93% του μέσου όρου της Ευρώπης, το 2009 ήταν στο 87% και το 2024 η σχέση αυτή μειώθηκε κατά 14,6% ποσοστιαίες μονάδες στο 72,7% σε τιμές αγοραστικής δύναμης. Επιπλέον, από τα στοιχεία της Ετήσιας Έκθεσης της ΕΡΓΑΝΗΣ όπου ο μέσος μισθός υπολογίστηκε στα 1.342 ευρώ (μεικτά) το 2024 από 1.251 ευρώ (μεικτά) το 2023, παρατηρούμε ότι παρόλο που ο μέσος μισθός διαμορφώνεται στα 1.342 ευρώ (μεικτά), το 46,3% των εργαζομένων λαμβάνει μισθό μέχρι 1.000 ευρώ (μεικτά) το μήνα και το 65,7% λαμβάνει μηνιαίο μισθό μέχρι 1.200 ευρώ (μεικτά) (Πίνακας 1).

Το παράδοξο αυτό, δηλαδή ο μέσος μισθός να παρουσιάζεται στα 1.342 ευρώ (μεικτά), ενώ το 65,7% των εργαζομένων να λαμβάνει μηνιαίο μισθό κάτω από 1.200 ευρώ (μεικτά) το μήνα, οφείλεται, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗΣ, στην τελευταία ομάδα των 98.046 ασφαλισμένων (4,1% του πληθυσμού) που λαμβάνουν από 3.000 ευρώ (μεικτά) και οι οποίοι είναι σχεδόν οι διπλάσιοι από αυτούς που λαμβάνουν μηνιαίο μισθό μεταξύ 2.500 ευρώ και 3.000 ευρώ (μεικτά).

Έτσι, ο μέσος μισθός διαμορφώνεται στα 1.342 ευρώ (μεικτά) γιατί οι 98.046 ασφαλισμένοι που παρουσιάζονται στον Πίνακα 1 ως αυτοί που λαμβάνουν μισθό άνω των 3.000 ευρώ (μεικτά), έχουν ως μέσο μισθό 6.200 ευρώ (ευρώ). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να ωθεί τον μέσο (αριθμητικό) μισθό στο επίπεδο των 1.342 ευρώ (μεικτά), ενώ το 65,7% του πληθυσμού λαμβάνει μισθό κάτω από 1.200 ευρώ (μεικτά). Αυτό στην Στατιστική Ανάλυση είναι γνωστό, με την έννοια ότι ο μέσος όρος επηρεάζεται από τις ακραίες τιμές και γι’ αυτόν τον λόγο, όπως επιλέγεται στα εισοδήματα ως μέσος μισθός, να θεωρείται ο διάμεσος μισθός, ένα πιο κατάλληλο ποσοτικό μέτρο το οποίο δεν επηρεάζεται από τις ακραίες τιμές. Ο διάμεσος μισθός είναι ο μισθός όπου το 50% του πληθυσμού λαμβάνει κάτω από αυτό το επίπεδο και το 50% πάνω από αυτό το επίπεδο.

Έτσι, με βάση τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗΣ (Πίνακας 1) ο διάμεσος μισθός υπολογίζεται στα 1.050 ευρώ (μεικτά). Δηλαδή, το 50% των εργαζομένων λαμβάνει κάτω από 1.050 ευρώ (μεικτά) και το 50% πάνω από 1.050 ευρώ (μεικτά). Με άλλα λόγια εάν για παράδειγμα αφαιρούσαμε το 4% του πληθυσμού που λαμβάνει τον υψηλότερο μισθό και το 4% του πληθυσμού του λαμβάνει το χαμηλότερο μισθό και χρησιμοποιούσαμε δηλαδή ένα περικομμένο από τις ακραίες τιμές αριθμητικό μέσο όρο, τότε ο μέσος μισθός θα ήταν 1.164 ευρώ (μεικτά) και όχι 1.342 ευρώ (μεικτά). Η Eurostat στα στοιχεία για τα εισοδήματα παρουσιάζει και τον διάμεσο μισθό (median) και τον μέσο μισθό (average) και για τον υπολογισμό του ορίου της φτώχειας χρησιμοποιεί τον διάμεσο μισθό (median) ως ένα πιο αντιπροσωπευτικό μέτρο του μέσου επιπέδου των εισοδημάτων επειδή δεν επηρεάζεται από ακραίες τιμές. Όμως, η Έκθεση της ΕΡΓΑΝΗΣ δεν παρουσιάζει καθόλου τον διάμεσο μισθό παρά μόνο τον μέσο μισθό (αριθμητικός μέσος όρος) ο οποίος επηρεάζεται και διαστρεβλώνεται από το 4,1% του πληθυσμού που λαμβάνει μέσο μισθό 6.200 ευρώ (μεικτά).

Έτσι, στην χώρας μας η ΕΡΓΑΝΗ υπολογίζει μόνο τον αριθμητικό μέσο όρο (1.342 ευρώ) για τα εισοδήματα και είναι αυτός ο μισθός που ανακοινώνεται και επικοινωνείται.. Έτσι, εάν για παράδειγμα χρησιμοποιούνταν για τον υπολογισμό του ορίου της φτώχειας ο μέσος μισθός και όχι ο διάμεσος μισθός, τότε για την Ελλάδα το όριο της φτώχειας θα ήταν 30% υψηλότερο από αυτό που υπολογίζεται με τον διάμεσο μισθό, αφού ο διάμεσος μισθός είναι στα 1.050 ευρώ και ο μέσος μισθός στα 1.342 ευρώ. Στη συνθήκη αυτή, κάτω από το όριο της φτώχειας δεν θα ήταν το 24% του πληθυσμού που παρουσιάζεται το 2024 στην Ελλάδα, αλλά το 35% του πληθυσμού. Αυτό εξηγεί και το γεγονός ότι οι Έλληνες έχουν το υψηλότερο επίπεδο υποκειμενικής φτώχειας μεταξύ των χωρών της Ευρώπης στο 67% με επόμενη χώρα την Βουλγαρία στο 33%, όπως αποτυπώνεται το Διάγραμμα 3.

Ως  εκ  τούτου  το συμπέρασμα  που  προκύπτει  είναι  ότι ο μέσος μισθός στην Ελλάδα των 1.342 ευρώ (μεικτά) δεν αντιπροσωπεύει την πραγματική εικόνα του επιπέδου διαβίωσης των Ελλήνων,  το οποίο στην πραγματικότητα είναι αρκετά χαμηλότερο στο επίπεδο των 1.050 ευρώ (μεικτά), γεγονός που αναδεικνύεται  και από τα στοιχεία της Eurostat για την ποιότητα ζωής και τον  δείκτη  ικανοποίησης από την ζωή (Διάγραμμα 4).

Έτσι  η  Ελλάδα  είναι  στη  προτελευταία  θέση  με  δείκτη  ικανοποίησης  από τη  ζωή  μόλις  6.9  μαζί  με  την  Λετονία  και  τελευταία  είναι  η  Βουλγαρία  με  δείκτη  ικανοποίησης  από την  ζωή  5.9.

Των Σάββα Γ. Ρομπόλη Ομότ. Καθηγητή Παντείου Πανεπιστημίου

Βασίλειου Γ. Μπέτση Δρ. Παντείου Πανεπιστημίου

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts
Η συνεισφορά της επιστήμης στη Δημοκρατία
Experts |

Η συνεισφορά της επιστήμης στη Δημοκρατία

Τα απαραίτητα στοιχεία για την πρόοδο της επιστήμης είναι: η επένδυση στην έρευνα, η προώθηση επιστημονικών επαγγελμάτων, η εκπαίδευση στην κριτική σκέψη, η θέση της εξειδίκευσης στη χάραξη δημόσιων πολιτικών και, κυρίως η ανάδειξη των στενών δεσμών μεταξύ επιστημονικής προσέγγισης και δημοκρατίας